Η Ντόρμουντ δεν αγοράζει παίκτες, τους φτιάχνει και αφού τους φτιάξει τους πουλάει ακριβά – Από τον Ρόμπερτ Λεβαντόφσκι ως τον Τζέιντον Σάντσο, οι Βεστφαλοί εξακολουθούν να λειτουργούν υποδειγματικά αναδεικνύοντας ποδοσφαιριστές.
Ο Ιλκάι Γκουντογκάν αποκτήθηκε το 2011 από τη Νυρεμβέργη έναντι 5,5 εκατομμυρίων ευρώ και πωλήθηκε στη Μάντσεστερ Σίτι για 27 εκατομμύρια ευρώ. Οι Βετσφαλοί αγόρασαν τον 20χρονο Ματς Χούμελς από τη Μπάγερν για 4 εκατομμύρια ευρώ και τον πούλησαν στους Βαυαρούς έναντι 35 εκατομμυρίων ευρώ.
Ο Ρόμπερτ Λεβαντόφσκι αποκτήθηκε από τη Λεχ Πόζναν όταν ήταν 21 ετών, ο Σίντζι Καγκάβα από την Σερέζο Οζάκα στα 21 του, στην ίδια ηλικία ο Γιακούμπ Μπλασικόφσκι από την Βίσλα Κρακοβίας, μόλις στα 16 του ο Κρίστιαν Πούλισιτς. Αυτά είναι μερικά μόνο παραδείγματα. Ακόμα και ο Πιέρ Εμερίκ Ομπαμεγιάνγκ, ο οποίος αποκτήθηκε σε ηλικία 24 χρόνων, κατάφερε μόλις μερικά χρόνια μετά να αποτελεί μήλον της έριδος για τους μεγαλύτερους ευρωπαϊκούς συλλόγους.
Ο Ουσμάν Ντεμπελέ αποκτήθηκε από τη Ρεν και πωλήθηκε με περισσότερα από 90 εκατομμύρια ευρώ στη Μπαρτσελόνα. Ο Σέρχιο Γκόμεθ άφησε τη «Μασία» στα 18 του για να πάει στη Ντόρμουντ διότι η Ντόρτμουντ παίρνει παίκτες και τους κάνει περιζήτητους. Αγοράζει φθηνά και πουλάει ακριβά. Εκεί που άλλοι σύλλογοι βλέπουν ποδοσφαιριστές, τους οποίους δεν υπολογίζουν, οι Βεστφαλοί βλέπουν ακατέργαστα διαμάντια.
Όπως συνέβη, δηλαδή, τελευταία με τον Τζέιντον Σάντσο, αυτόν τον 18χρονο Άγγλο μέσο ο οποίος έχει καταφέρει να ξεχωρίσει τη φετινή σεζόν και αποκτήθηκε από τη Μάντσεστερ Σίτι, όπου βρισκόταν επί δύο χρόνια χωρίς να πάρει ευκαιρίες, όπου τον… ψάρεψαν πριν από 15 μήνες οι άνθρωποι της γερμανικής ομάδας. Έδωσαν μόλις εννέα εκατομμύρια ευρώ και τον έκαναν δικό τους. Πριν από λίγο καιρό υπέγραψε νέο συμβόλαιο ως το 2022 και εκτιμάται ότι η αξία του τότε μπορεί να έχει φτάσει τα 100 εκατομμύρια ευρώ!
Όπου άνθρωποι της Ντόρτμουντ, αρκεί να σημειώσετε βασικά το όνομα του Μίκαελ Ζορκ. Πρόκειται για τον άνθρωπο, ο οποίος είναι κάτι περισσότερο από αθλητικός διευθυντής των Βεστφαλών σήμερα. Ως ποδοσφαιριστής έχει τις περισσότερες συμμετοχές από κάθε άλλον με τη φανέλα της Ντόρτμουντ, στην οποία αγωνίστηκε από το 1981 μέχρι το 1998. Εμβληματική μορφή της ομάδας την οποία υπηρετεί τα τελευταία χρόνια από το νευραλγικό πόστο του αθλητικού διευθυντή. Είναι αυτός που έχει υπό την εποπτεία του το τμήμα σκάουτινγκ και αυτός που έχει «ανακαλύψει» από τον Λεβαντόφσκι και τον Χούμελς μέχρι τον Γκερέιρο και τον Γκουντογκάν.
Η Μπάγερν έχει πλησιάσει αρκετές φορές τον Ζορκ προσπαθώντας να τον δελεάσει και να τον πείσει να πάρει ο ίδιος μεταγραφή. Ο ίδιος δηλώνει ότι δεν έχει λόγο να φύγει όσο λειτουργεί άψογα το πρότζεκτ του στη Ντόρτμουντ. Στο πλευρό του έχει έναν εξαιρετικό συνεργάτη, τον Σβεν Μίσλινταντ, επικεφαλής του τμήματος σκάουτινγκ, Ο Ζορκ έχει να λέει για το… μάτι του Μίσλινταντ. Αυτός είναι που κάνει την αρχική δουλειά: εντοπίζει το ταλέντο. Στη συνέχεια, ο Ζορκ αναλαμβάνει να πείσει τον νεαρό ποδοσφαιριστή να μετακομίσει στη Ντόρτμουντ. Δουλειά η οποία γίνεται όλο και πιο εύκολη όσο όλοι βλέπουν τους παικταράδες που… δημιουργούνται στο «Σίγκνταλ Ιντούνα Παρκ».
Όλο αυτό το πρότζεκτ δεν ήταν επιλογή για τη Ντόρτμουντ. Η οικονομική κατάρρευση του 2005 ήταν αυτή που υποχρέωσε τον σύλλογο να στραφεί στο «χτίσιμο» των ακαδημιών της για να καταφέρει αρχικά να επιβιώσει αγωνιστικά. Το πλάνο της Ντόρτμουντ είναι «αγοράζουμε φθηνά, πουλάμε ακριβά». Αυτό σημαίνει ότι η ομάδα θα έπρεπε (σχεδόν) αναγκαστικά να στελεχωθεί με νεαρούς ποδοσφαιριστές, οι οποίοι θα είχαν ταλέντο, αλλά και προοπτική εξέλιξης με στόχο τη μεταπώλησή τους. Το εγχείρημα προφανώς και δεν ήταν εύκολο. Απαιτούσε, επίσης, χρόνο. Το 2008 την τεχνική ηγεσία ανέλαβε ο Γιούργκεν Κλοπ, νέος και άγνωστος τότε με μοναδικές περγαμηνές την καλή δουλειά του στη Μάινζ. Μέχρι το 2009, η ομάδα δεν ήταν καλή αγωνιστικά, απειλήθηκε και με υποβιβασμό.
Ο Κλοπ δούλεψε με νέους παίκτες και το πλάνο σιγά σιγά απέδωσε. Οι πωλήσεις ποδοσφαιριστών, τα έσοδα από την επωνυμία του συλλόγου, τα χρήματα απο τα τηλεοπτικά έσοδα έφεραν ισορροπία στα οικονομικά, τα οποία πια ήταν σε τέτοια κατάσταση που επέτρεπαν και κάποια ανοίγματα για μεταγραφές. Πάντα, όμως, με μέτρο.
Και είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ σε μια χρονιά έχασε τους Χούμελς, Γκουντογκάν και Μχιταριάν και της αμέσως επόμενη έφυγαν οι Ομπαμεγιάνγκ και Ντεμπελέ, το πλάνο ήταν να ενισχυθεί η ομάδα με νεαρούς παίκτες και όχι με κάποιους μεγαλύτερης ηλικίας. Λίγοι σύλλογοι θα τολμούσαν κάτι παρόμοιο.