Η ψυχίατρος, η οποία είναι κατηγορούμενη στην δίκη που διεξάγεται σχετικά με τις συνθήκες θανάτου του Ντιέγκο Μαραντόνα, υπερασπίσθηκε εαυτόν, ισχυριζόμενη ότι «έκανε ό,τι μπορούσε» και πάντα «προς το συμφέρον του ασθενούς».
Από την πρώτη επαφή με τον Μαραντόνα, «ο ρόλος και η ευθύνη μου ήταν συνεπείς με το επάγγελμά μου ως ψυχίατρος και πάντα ενεργούσα με την απόλυτη πεποίθηση ότι αυτό που έκανα ήταν σωστό και προς το συμφέρον του ασθενούς», κατέθεσε η Αγκουστίνα Κοσάτσοφ στο δικαστήριο.
«Έκανα ό,τι μπορούσα, και ακόμη περισσότερα», πρόσθεσε, μερικές φορές ξεσπώντας σε κλάμματα, όταν ο εισαγγελέας την ρώτησε για πιθανή μεταμέλεια της. Η 40χρονη ψυχίατρος, η οποία φρόντιζε τον Μαραντόνα, ήταν η πρώτη που ανακρίθηκε μεταξύ των επτά επαγγελματιών υγείας -ιατρών, της ιδίας, ενός ψυχολόγου και νοσηλευτών- που δικάζονται τους τελευταίους δύο μήνες στο Σαν Ισίντρο (βόρεια του Μπουένος Άιρες) για αμέλεια που μπορεί να οδήγησε στον θάνατο του αστέρα του παγκοσμίου ποδοσφαίρου.
Ο «Ντιεγκίτο» πέθανε σε ηλικία 60 ετών στις 25 Νοεμβρίου 2020, από καρδιοαναπνευστική κρίση σε συνδυασμό με πνευμονικό οίδημα, στο κρεβάτι του σε ιδιωτική κατοικία στο Τίγκρε, κοντά στο Σαν Ισίντρο, όπου ανάρρωνε μετά από νευροχειρουργική επέμβαση για αιμάτωμα στο κεφάλι.
Η επιλογή της ανάρρωσης στο σπίτι και το επίπεδο φροντίδας που παρείχετο εκείνη την εποχή, βρίσκονται στο επίκεντρο της δίκης μέχρι στιγμής.
Η κα. Κοσάτσοφ υπερασπίσθηκε την κατ’ οίκον νοσηλεία, υποστηρίζοντας ότι αυτή η επιλογή είχε την έγκριση όλων όσοι βρίσκονταν γύρω από τον Μαραντόνα, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών του. «Ήμασταν όλοι αφοσιωμένοι στην κατ’ οίκον νοσηλεία. Ηταν πολύ σαφές», επέμεινε.
Οι στόχοι ήταν «μηδενική κατανάλωση αλκοόλ και ο ασθενής να λαμβάνει τα φάρμακά του με τάξη», πρόσθεσε, επιβεβαιώνοντας αναφορές ότι ο Μαραντόνα είχε… απογαλακτιστεί από τους εθισμούς του, οι οποίοι ήταν δύσκολο να διαχειρισθεί και να αντιμετωπισθούν.
Ωστόσο, η Κοσάτσοφ αποστασιοποιήθηκε από τον ιδιωτικό πάροχο υγειονομικής περίθαλψης που είχε αναλάβει την παροχή φροντίδας, ιατρικής παρακολούθησης και εξοπλισμού για μια «σοβαρή» κατ’ οίκον ανάρρωση.
«Άρχισα να παρατηρώ παρατυπίες» και «εξέφρασα την δυσαρέσκειά μου», είπε, προσθέτοντας ότι δεν είχε συμπεριληφθεί σε ομάδα WhatsApp μεταξύ των φροντιστών σχετικά με την ανάρρωση.
Παράλληλα, κατηγόρησε τον πάροχο υγειονομικής περίθαλψης ότι «προσπαθεί να αποφύγει την ευθύνη». Ενας διευθυντής αυτού του παρόχου υπηρεσιών, από την άλλη πλευρά, κατηγόρησε το περιβάλλον του Μαραντόνα -συμπεριλαμβανομένης της Κοσάτσοφ- ισχυριζόμενος ότι από την εταιρεία του ζητήθηκε μόνο η περιοδική ιατρική παρακολούθηση -εβδομαδιαίες επισκέψεις από ιατρό, όχι καθημερινά- και ο ελάχιστος ιατρικός εξοπλισμός.
«Δεν ξέρω εάν θα λειτουργήσει ή εάν απλώς μεταθέτουν την ευθύνη. Ήταν όλοι υπεύθυνοι», δήλωσε η Ντάλμα, κόρη του Μαραντόνα, στον Τύπο μετά την ακροαματική διαδικασία.
Οι κατηγορούμενοι, οι οποίοι αρνούνται οποιαδήποτε ευθύνη για τον θάνατο, αντιμετωπίζουν ποινές φυλάκισης από 8 έως 25 χρόνια, ενώ η δίκη, αναμένεται να διαρκέσει μέχρι τον Ιούλιο, με δύο συενδριάσεις κάθε εβδομάδα.
