ΑΠΟΨΕΙΣ

Η νίκη έδωσε ηρεμία και αυτοπεποίθηση, αλλά ανέδειξε και έναν έντονο προβληματισμό

Η νίκη του Άρη επί του Ηρακλή χθες δεν ήταν τυχαία, ούτε τυχερή. Ήταν προϊόν της δουλειάς συγκεκριμένων παικτών, επανέφερε την ηρεμία και δίνει καλή ψυχολογία και αυτοπεποίθηση, αλλά προφανώς και διατηρεί τον έντονο προβληματισμό για συγκεκριμένα δεδομένα.

Ο Άρης κέρδισε χθες ένα παιχνίδι που – κατά τα ψέματα – οι περισσότεροι θεωρούσαν “χαμένο” πριν από δύο βδομάδες, μετά την ήττα και την τραγική εμφάνιση κόντρα στον Χαρίλαο Τρικούπη, αλλά και έμοιαζε “χαμένο” στα μισά της τρίτης περιόδου όταν ήταν πίσω με 12 πόντους διαφορά, έχοντας απωλέσει προ πολλού το 14-0 στο ξεκίνημα.

Αυτή η νίκη, αποκλειστικά και μόνο σαν αποτέλεσμα και εμφάνιση, αναδεικνύει ότι ο Άρης μπορεί να είναι μια ομάδα με βάθος πάγκου και επιλογών. Απόδειξη είναι ότι το παιχνίδι “γύρισε” με τους Σλαφτσάκη – Κουζέλογλου στη φροντ λάιν, τους Φλιώνη – Λιτλ στην περιφέρεια και τον Ντεκόζι που παίζει για να αποδείξει ότι αξίζει μια δεύτερη ευκαιρία και προφανώς χθες αυτό έγινε πράξη.

Οι τέσσερις από τους πέντε πρωταγωνιστές της ανατροπής και εν τέλει της νίκης ήρθαν από τον πάγκο. Προφανώς μια ομάδα κερδίζει, μια ομάδα χάνει, ωστόσο έχει τη σημασία του ότι χθες ο Άρης κέρδισε τον Ηρακλή από το -12 με παίκτες που δεν είναι “βασικοί”, ούτε αυτοί που το καλοκαίρι ο Σάββας Καμπερίδης θεωρούσε στο μυαλό του “πυλώνες” του παιχνιδιού της ομάδας.

Όσο θετικό είναι αυτό και όσο ικανοποίηση φέρνει σε όλους η εικόνα των συγκεκριμένων παικτών να παίζουν σε άμυνα και επίθεση σα να μην υπάρχει… αύριο, άλλο τόσο μεγαλώνει ο προβληματισμός για την εικόνα αυτών που θεωρούνται “βασικοί”.

Πιο συγκεκριμένα, ο προβληματισμός αφορά πρωτίστως τους Βλάντιμιρ Ντραγκίτσεβιτς και Τζαμάλ Σούλερ και όχι τόσο τους Μάριο Τσάλμερς και Μίλαν Μιλόσεβιτς, πάντα με βάση την εικόνα που είχαν στο χθεσινό αγώνα.

Οι δύο τελευταίοι δεν ήταν αρνητικοί, δεν ήταν όμως και αυτό που ζητάει ο Καμπερίδης και που η ποιότητά τους μπορεί να προσφέρει.

Για τους δύο πρώτους η κατάσταση παραμένει ίδια, δυστυχώς. Είναι τα δύο πιο ακριβά συμβόλαια του Άρη (100.000 ευρώ ο Ντραγκίτσεβιτς και 85.000 δολάρια ο Σούλερ) και οι δύο παίκτες που – δυστυχώς – δεν μπορεί να βλέπει στο παρκέ κανείς, γιατί πολύ απλά ήρθαν τόσο αγύμναστοι, απροπόνητοι και εκτός φόρμας στη Θεσσαλονίκη, που ακόμα δεν μπορούν να συνέλθουν και να μπουν σε μια “κανονικότητα” επαγγελματία αθλητή.

Προς το παρόν αμφότεροι αποτελούν “βαρίδια” και σε αγωνιστικό και σε οικονομικό επίπεδο και το γεγονός ότι ο Άρης έχει δώσει μόλις τρία επίσημα παιχνίδια είναι το μοναδικό στοιχείο που μπορεί να φέρει μια αισιοδοξία, διότι όσο περνάει ο καιρός – δε μπορεί – θα υπάρξει μια βελτίωση των δύο.

Βλέπει κανείς τον Λιτλ που ήρθε τελευταίος και εύκολα διακρίνει τη διαφορά από τον Σούλερ, σε επίπεδο ετοιμότητας, φυσικής και αγωνιστικής κατάστασης.

Βλέπει κανείς τον Χαριτόπουλο που είναι μεγαλύτερος του Ντραγκίτσεβιτς και αναρωτιέται για ποιο λόγο ο Μαυροβούνιος παίζει ακόμα μπάσκετ, αφού δεν μπορεί να ακολουθήσει τον μέτριο ρυθμό ενός αγώνα ούτε για 2-3 λεπτά.

Η κριτική προς τους δύο παίκτες δυστυχώς είναι σκληρή, αλλά πέρα για πέρα δίκαιη με βάση την ποιότητα και το παρελθόν που έχουν στο ευρωπαϊκό μπάσκετ και τα χρήματα που εισπράττουν από ένα μπάτζετ, το οποίο όλοι γνωρίζουν με τι πόνο και κόπο έχει διαμορφωθεί.

Ευχής έργο θα είναι αυτή η εικόνα των δύο να είναι πρόσκαιρη και να οφείλεται αποκλειστικά στο ότι ήρθαν απροπόνητοι και ανέτοιμοι, γιατί στο σενάριο ότι βρίσκονται στον Άρη για τα τελευταία “ένσημα” και “συνταξιοδοτούνται” κάνοντας πως παίζουν μπάσκετ δεν τους τιμά.

To Top